Είναι προφανές ότι η πανδημία που έπληξε και την χώρα μας θα έχει δραματικές επιπτώσεις στην οικονομία. Το πιο πιθανό είναι να ζήσουμε καταστάσεις και γεγονότα, σε οικονομικό και νομικό επίπεδο που δεν τα έχουμε αντιμετωπίσει ποτέ ξανά μέχρι σήμερα.
Το ερώτημα όμως που αυτόθροα προκύπτει, είναι το πως θα πρέπει να αντιμετωπιστεί σε νομικό επίπεδο η περίπτωση καλόπιστου συμβαλλομένου, που αδυνατεί λόγω της κατάστασης που διαμορφώθηκε, να ανταποκριθεί σε συγκεκριμένη ή συγκεκριμένες οικονομικές υποχρεώσεις του, η δε αδυναμία του αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στις επιπτώσεις που είχε στην αγορά και εν γένει στην οικονομία, είτε η αναγκαστική λήψη μέτρων από την Πολιτεία, είτε η αποχή από την εργασία και γενικότερα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας προσώπων που είτε νόσησαν, είτε ετέθησαν στην λεγόμενη «καραντίνα»).

Δηλαδή, σε νομικό επίπεδο, η επελθούσα κατάσταση, μπορεί να δικαιολογήσει την αναγνώριση ότι επήλθε απρόοπτη μεταβολή συνθηκών και μάλιστα τέτοια που να δικαιολογεί την ακύρωση ή τη μεταρρύθμιση συμβατικών σχέσεων;

Η δύο βασικές διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου που ρυθμίζουν (κατά τρόπο ιδιαίτερα γενικό) τέτοιες περιπτώσεις είναι αυτές των άρθρων 288 και 388 του Αστικού Κώδικα.
Η γενική ρήτρα του άρθρου 288 ΑΚ, ορίζει οτι ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να εκπληρώσει την παροχή όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, αφορά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων τόσο του οφειλέτη όσο και του δανειστή, που απορρέουν από οποιαδήποτε έγκυρη ενοχική σχέση, όταν δεν προβλέπεται από το νόμο άλλη προστασία των προσώπων αυτών κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους ή δεν συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την τυχόν προβλεπόμενη ειδική προστασία, λειτουργεί δε όχι μόνο ως συμπληρωματική, αλλά και ως διορθωτική ρήτρα των δικαιοπρακτικών βουλήσεων στις περιπτώσεις που εξ αιτίας ειδικών συνθηκών μεταβλήθηκαν οι προϋποθέσεις εκπλήρωσης των συμβατικών παροχών στο συμφωνημένο μέτρο και έγιναν δυσβάστακτες για τον οφειλέτη ή το δανειστή.
Σύμφωνα δε με το άρθρο 388 ΑΚ: για την Απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών ορίζεται οτι: «Αν τα περιστατικά στα οποία κυρίως, ενόψει της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, τα μέρη στήριξαν τη σύναψη αμφοτεροβαρούς σύμβασης, μεταβλήθηκαν ύστερα, από λόγους που ήταν έκτακτοι και δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, και από τη μεταβολή αυτή η παροχή του οφειλέτη, ενόψει και της αντιπαροχής, έγινε υπέρμετρα επαχθής, το δικαστήριο μπορεί κατά την κρίση του με αίτηση του οφειλέτη να την αναγάγει στο μέτρο που αρμόζει και να αποφασίσει τη λύση της σύμβασης εξολοκλήρου ή κατά το μέρος που δεν εκτελέστηκε ακόμη. Αν αποφασιστεί η λύση της σύμβασης, επέρχεται απόσβεση των υποχρεώσεων παροχής που πηγάζουν απ` αυτήν και οι συμβαλλόμενοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση να αποδώσουν τις παροχές που έλαβαν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.»
Η εξέταση της απρόοπτης μεταβολής των συνθηκών, αναδεικνύει ως κυρίαρχο στοιχείο το αν πληρούται η προϋπόθεση που του τελευταίου όρου εφαρμογής της ΑΚ 388, αν δηλαδή η παροχή «έγινε υπέρμετρα επαχθής», αφού η μεταβολή των συνθηκών θα πρέπει να είναι τόσο «βίαιη και έντονη» και να διαταράσσει την ισορροπία μεταξύ των συμβαλλομένων με τέτοιο τρόπο ώστε, να προκύπτει ευχερώς ότι αν οφειλέτης γνώριζε τις συνθήκες αυτές, δεν θα προχωρούσε στην κατάρτιση της σύμβασης.
Όπως εύστοχα έκρινε ο Άρειος Πάγος «απρόοπτη μεταβολή των περιστατικών στα οποία στηρίχθηκαν τα μέρη μπορεί να αποτελέσει και η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Χώρας, όταν είναι έκτακτης φύσεως και τόσο μεγάλη ώστε να υπερβαίνει τις συνήθεις ή λογικά προβλεπόμενες διακυμάνσεις της σταθερότητας και να ανατρέπει τους υπολογισμούς των μερών κατά την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Για να στοιχειοθετηθεί, όμως, περίπτωση εφαρμογής του άρθρου αυτού δεν αρκεί μόνη η εν λόγω επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Χώρας, αλλά θα πρέπει να κριθεί σε σχέση και με τις υπόλοιπες συνθήκες και ιδίως το αναμενόμενο κέρδος από τη σύμβαση, την οικονομική κατάσταση των μερών, την εξυπηρετούμενη ανάγκη αυτών με τη σύμβαση και τις υποχρεώσεις προς τρίτους που εξαρτώνται από τη σύμβαση, έτσι ώστε οι συνέπειες από την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Χώρας να έγιναν δυσβάστακτες για το ένα των συμβαλλόμενων μερών και να υπερβαίνουν τον κίνδυνο που, κατά τις συνηθισμένες συνθήκες, αναλαμβάνει κάθε συμβαλλόμενος, όταν μάλιστα αποφασίζει σύναψη σύμβασης που πρόκειται να εκτελεστεί στο μέλλον».
Δυστυχώς όμως, τέτοιες αποφάσεις όπως η ανωτέρω αποτελούν μειοψηφία στο νομολογιακό χώρο της ελληνικής Δικαιοσύνης η οποία παραμένει αγκυλωμένη στην αρχή του pacta suntservanda , όπως αποδείχτηκε από τη θέση που πρόσφατα έλαβε σε επίπεδο νομολογίας ο Άρειος Πάγος σχετικά με την καταχρηστικότητα των όρων που είχαν περιληφθεί σε συμβάσεις δανείων σε ελβετικό φράγκο. Αντίστοιχα, παρατηρούμε πληθώρα απορριπτικών αποφάσεων στο χώρο των μισθώσεων, όπου τα δικαστήρια δέχονται ότι ακόμα και αν επήλθε απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών και αν μειώθηκε δραματικά η μισθωτική αξία του εκμισθωμένου ακινήτου, ο μισθωτής δεν έχει δικαίωμα να επικαλεσθεί την προστασία των άρθρων 388 και 288 του ΑΚ, αν έχει καταστεί υπερήμερος ως προς την οφειλή του!
Στο σημείο αυτό βέβαια πρέπει να επισημάνουμε ότι η επίκληση των επιπτώσεων της κρίσης λόγω της πανδημίας, δεν μπορεί να είναι γενική και αφηρημένη, αλλά θα πρέπει να αποδεικνύει αυτός που την επικαλείται, ότι επέδρασε καταλυτικά σε αυτόν, σε τέτοιο βαθμό που να αναγνωρίζεται ως ιδιαίτερα επαχθής, η εμμονή στην τήρηση των αρχικώς συμφωνηθέντων. Επί παραδείγματι, δεν είναι βάσιμη η αιτίαση λ.χ μίας εταιρείας που εμπορεύεται μεταξύ των άλλων και ήδη προσωπικής υγιεινής και είδε να αυξάνονται τα κέρδη της, ότι δεν μπορεί να πληρώνει τις δόσεις του επιχειρηματικού της δανείου εξαιτίας της επέλευσης κορονοϊού.
Θα πρέπει λοιπόν το σύστημα απονομής δικαιοσύνης να προχωρήσει σε τολμηρότερες παραδοχές, -πάντα κατά περίπτωση-, έτσι ώστε να διαφυλάξει την βασική αρχή της μη καταχρηστικής διεκδίκησης αξιώσεων. Στην αντίθετη περίπτωση, δηλαδή στην τυφλή εμμονή περί εκπλήρωσης των υποχρεώσεων όπως αρχικά είχαν συμφωνηθεί, θα έχουμε το αποτέλεσμα, καλόπιστοι συναλλασσόμενοι οδηγούνται στην οικονομική εξουθένωση για λόγους που δεν μπορούν να αποδοθούν σε αμέλεια τους.
Βεβαίως, παρίσταται αναγκαία στην κρινόμενη περίπτωση, η ανάληψη νομοθετικών πρωτοβουλιών από πλευράς Πολιτείας που να ισοσκελίζει κατά τρόπο δεσμευτικό της αξίωση του δανειστή, με την ανάγκη προστασίας του πραγματικού θύματος των συνεπειών που είχε στην οικονομία τη κρίση λόγω του ιού. Δηλαδή, θα πρέπει να αναληφθούν, ιδίως στο πεδίο των τραπεζικών δανειακών συμβάσεων και του ΦΠΑ, δράσεις γενναίων θετικών παρεμβάσεων υπέρ των οφειλετών, ιδιωτών και επιχειρήσεων, που αποδεδειγμένα βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν μία πρωτόγνωρη κατάσταση, που ακόμα και με την επίκληση κάθε κανόνα ακραίας επιμέλειας, δεν θα μπορούσαν να έχουν προβλέψει.

1. Πάρτε σημειώσεις σε σχέση με το ατύχημα

Αφού διασφαλιστεί ότι κανείς δεν έχει τραυματιστεί σοβαρά ή ότι η επαρκής ιατρική βοήθεια έχει παρασχεθεί ή έχει κληθεί, θα πρέπει να λάβετε τα πιο κάτω μέτρα:
Βγάλτε φωτογραφίες της σκηνής του ατυχήματος (θέση των οχημάτων μετά το ατύχημα, σημάδια από ελαστικά αυτοκινήτων, κατεστραμμένα οχήματα, τον περιβάλλον χώρο και τυχόν οδικές σημάνσεις). Γενικά, οι ασφαλιστικές εταιρείες λαμβάνουν φωτογραφίες από τη σκηνή ωστόσο σας συνιστούμε επίσης να κάνετε το ίδιο.
Πάρτε στοιχεία επικοινωνίας πιθανών μαρτύρων οι οποίοι μπορούν να δώσουν πληροφορίες σχετικά με το ατύχημα – η μαρτυρία τους μπορεί να έχει μεγάλη σημασία, είτε κατά τη διάρκεια διαπραγματεύσεων διακανονισμού ή στο δικαστήριο.
Σημειώστε τις σημαντικές λεπτομέρειες σχετικά με τις περιστάσεις υπό τις οποίες έλαβε χώρα το ατύχημα.

2. Καλέστε την αστυνομία
Σε σοβαρά ατυχήματα όπου υπάρχουν τραυματισμένα πρόσωπα η αστυνομία θα μελετήσει τη σκηνή του ατυχήματος, θα περισυλλέξει μαρτυρικό υλικό, θα διενεργήσει τους απαιτούμενους ελέγχους αλκοόλ και στη συνέχεια θα ετοιμάσει την αστυνομική έκθεση με την οποία θα αναλύει την οδηγική συμπεριφορά των εμπλεκομένων  Η αστυνομική έκθεση θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο Δικαστήριο για την αξίωση της αποζημίωσης σας. Ως εκ τούτου, βεβαιωθείτε ότι εσείς, ή ο δικηγόρος σας, θα ζητήσετε την έκθεση της αστυνομίας.

3. Επικοινωνήστε με την ασφαλιστική εταιρεία σας
Δώστε τις λεπτομέρειες των άλλων οδηγών. Ωστόσο, μην υπογράψετε κανένα έγγραφο χωρίς να το έχετε προσεχτικά διαβάσει. Σίγουρα, μην υπογράψετε κανένα έγγραφο που να αφορά την ευθύνη του ατυχήματος. Τέτοια έγγραφα μπορεί θα θέσουν σε κίνδυνο τα δικαιώματα αποζημίωσης σας. Καλό είναι να έχετε υπόψη σας ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες είναι κερδοφόροι οργανισμοί που στόχο έχουν τα δικά τους συμφέροντα, όχι τα δικά σας. Μπορεί η προσέγγιση τους προς εσάς να είναι κάτω από φιλικό κώδικα επικοινωνίας αλλά δεν παύει να ισχύει «η κερδοφορία τους εναντίον των αποζημιώσεων σας».

4. Επικοινωνήστε με τον δικηγόρο σας
Αυτό μπορεί να θεωρηθεί περιττό για κάποιους. Ωστόσο μπορεί να είναι το πιο σημαντικό, ότι θα λάβετε νομική συμβουλή η οποία θα σας εξασφαλίσει την αποζημίωση που δικαιούστε. Οι ασφαλιστικές εταιρείες μπορεί σας κάνουν χρηματική προσφορά για σκοπούς διακανονισμού, όμως σας συμβουλεύουμε όπως αποφύγετε την αποδοχή οποιασδήποτε προφοράς πριν την διαβουλευτείτε με το δικηγόρο σας.
Ένας τραυματισμός μπορεί εκ πρώτης όψεως να φαίνεται ασήμαντος ή και ανώδυνος, αλλά μπορεί να επιδεινωθεί αργότερα. Μην υποτιμήσετε ούτε τον παραμικρό τραυματισμό αφού μετά από διακανονισμό με ασφαλιστική εταιρεία παραιτείστε των δικαιωμάτων σας για μελλοντική αποζημίωση, σε περίπτωση που ο τραυματισμός εξελιχθεί επώδυνα ή αρνητικά. Καλό είναι να έχετε υπόψη σας ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες θα σας προσφέρουν χρηματική αποζημίωση που θα καλύπτει τα έξοδα γιατρού και φαρμάκων, και, ενδεχομένως, άλλες σχετικές δαπάνες όπως βλάβη του αυτοκινήτου/μοτοσυκλέτας, κλπ. Όμως, οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν θα σας αποζημιώσουν για τις πραγματικές σωματικές βλάβες που έχετε υποστεί, και αν το κάνουν θα είναι κατά πολύ μικρότερο το ποσό της αποζημίωσης από αυτό που ίσως πραγματικά δικαιούστε. Οι αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες μπορεί να είναι μεγάλες και έχετε κάθε δικαίωμα όπως αποζημιωθείτε στο μέγιστο που δικαιούστε.

5. Έχετε τραυματιστεί;
Αν ναι, τότε ζητήστε αμέσως ιατρική βοήθεια και σημείωσε ότι έχετε το δικαίωμα να επιλέξετε τον γιατρό σας. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η μέγιστη αποζημίωση που δικαιούστε, καλό είναι να τηρείτε λεπτομέρειες των επισκέψεών σας και να λάβετε ιατρική έκθεση από τον γιατρό. Αυτά θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν υπέρ σας στο δικαστήριο.

Οι Υπηρεσίες μας
Δικηγόροι του γραφείου μας αντιπροσωπεύουν θύματα τροχαίων δυστυχημάτων σε καθημερινή βάση, θύματα που έχουν τραυματιστεί ως αποτέλεσμα της υπαιτιότητας ή αμέλειας κάποιου άλλου. Μπορούμε να σας συναντήσουμε αμέσως μετά από το ατύχημα και να σας συμβουλέψουμε ως προς τα επόμενά σας βήματα. Για περισσότερες λεπτομέρειες  καλέστε μας στο 210-6929555.

Ο στόχος μας

Στόχος μας είναι όπως όλα τα έξοδα που έχετε υποστεί να σας καταβληθούν από την ασφαλιστική εταιρεία και όπως επιπλέον αποζημιωθείτε κατά το μέγιστο δυνατό για όλες τις σωματικές βλάβες που έχετε υποστεί ως αποτέλεσμα του ατυχήματος, καθώς και για τις υλικές ζημιές σας.




Δυστυχώς λόγω της πολυπλοκότητας των ιατρικών πράξεων, του φόρτου εργασίας των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, αλλά και ενίοτε της αμελούς συμπεριφοράς κάποιων ιατρών, παρατηρείται όλο και συχνότερα το φαινόμενο των ιατρικών λαθών.

Η έννοια ιατρική αμέλεια την εξαιρετικά ευρεία και περιλαμβάνει την ενημέρωση του ασθενούς πριν και μετά την εκτέλεση της κυρίας ιατρικής πράξης, την ιατρική πράξη καθαυτή, και τις ιατρικές οδηγίες μετά το πέρας της ιατρικής πράξης.

Στην έννοια της ιατρικής πράξης περιλαμβάνονται και οι διαγνωστικές εξετάσεις.

Ο ιατρός, καθώς και το προσωπικό που τον συνεπικουρεί, οφείλουν κατά την εκτέλεση της ιατρικής πράξης να εφαρμόσουν τους κανόνες της επιστήμης τους, και να ενεργούν με αυξημένη επιμέλεια και σύνεση.

Στην περίπτωση που διαπιστωθεί ιατρικό σφάλμα, τόσο ιατρός όσο και το νοσηλευτικό ίδρυμα (δημόσιο ή ιδιωτικό), οφείλουν να αποκαταστήσουν την βλάβη που προκλήθηκε στον ασθενή εξαιτίας του ιατρικού σφάλματος. Η αποζημίωση αυτή περιλαμβάνει κάθε θετική ζημιά (δηλαδή τα έξοδα που υποχρεώθηκε να καταβάλει ο ασθενής εξαιτίας της ζημιάς που έχει υποστεί από την ιατρική πράξη), αλλά και την αποθετική ζημία, δηλαδή την ηθική βλάβη που έχει υποστεί εξαιτίας του ιατρικού λάθους.

Στην περίπτωση θανάτου του ασθενούς εξαιτίας ιατρικού σφάλματος, δικαιούχοι της αποζημίωσης (ψυχική οδύνη), είναι οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος ασθενούς.

Την περίπτωση που υποψιάζεστε ότι έχετε έχετε πέσει θύματα ιατρικού σφάλματος, πρέπει να επιδείξετε επιμέλεια όσον αφορά την συγκέντρωση του υλικού που από δείχνει τα πραγματικά περιστατικά, δηλαδή θα πρέπει να συγκεντρωθεί ο ιατρικός φάκελος της περίπτωσης (ιατρικές εξετάσεις, ακτινογραφίες, πρακτικό χειρουργείου κλπ).

Επισημαίνεται ότι τα προτυπωμένα έντυπα που δίνουν ιατροί ή νοσηλευτικά ιδρύματα στον ασθενή να υπογράψει πριν από κάποια επέμβαση, και περιλαμβάνουν όρους περί αποποίησης της ευθύνης τους, δεν έχουν ισχύ στην περίπτωση του ιατρικού λάθους.
Η έκδοση ενός διαζυγίου είναι μία πολύ «εύκολη» νομική διαδικασία, με πολύ σοβαρές όμως επιπτώσεις στην προσωπική και οικογενειακή ζωή των μερών, εφόσον ελήφθη από τους συζύγους απερίσκεπτα.
Κατά το νομικό μας σύστημα υφίστανται δύο διαδικασίες έκδοσης διαζυγίου: H συναινετική και η κατ’ αντιδικία.

Η νέα διαδικασία έκδοσης συναινετικού διαζυγίου είναι ταχύτατη και διεξάγεται αποκλειστικά μέσω συμβολαιογράφου. Την διαδικασία ολοκληρώνουν 2 δικηγόροι (ένας από κάθε σύζυγο) ακόμη και εντός 12 ημερών.

Στην συμβολαιογραφική πράξη που θα συνταχθεί, μπορεί να περιλάβει και τα ζητήματα επιμέλειας, διατροφής και επικοινωνίας των τέκνων που αποκτήθηκαν κατά τη διάρκεια του γάμου.

Αντίθετα, η διαδικασία έκδοσης διαζυγίου κατ' αντιδικία, είναι πιο χρονοβόρα.

Ο γάμος με τη διαδικασία αυτή λύεται για ΔΥΟ λόγους: 1. Για ισχυρό κλονισμό και 2) Λόγω υπερδιετούς διάστασης.

Αν και δεν υπάρχει περιορισμένος αριθμός των κλονιστικών γεγονότων, ο νόμος έχει προβλέψει τις ακόλουθες περιπτώσεις τις οποίες δέχεται ως τεκμήριο κλονισμού : τη μοιχεία, τη διγαμία, την άσκηση βίας, την εγκατάλειψη της κοινής οικίας, και την επίβουλή της ζωής ενός εκ των συζύγων.

Ως προς τη διετή διάσταση, αυτή προσδιορίζεται ως αμάχητο τεκμήριο λύσης του γάμου. Δεν παίζει ρόλο στην περίπτωση αυτή, το ποιος από τους συζύγους ευθύνεται για τη διάσταση αυτή. Ως διάσταση νοείται η φυσική και ψυχική αποξένωση των συζύγων. Η τυπική συγκατοίκηση δεν αναιρεί την έννοια της διάστασης. Το κρίσιμο λοιπόν στοιχείο στην περίπτωση αυτή είναι η απόδειξη της αποξένωσης αυτής.

Η έκδοση ενός διαζυγίου κατ’ αντιδικία, ειδικά την περίπτωση που υπάρχουν τέκνα και εκκρεμή περιουσιακά ζητήματα, είναι σύνθετη και απαιτεί πολύ προσεκτικές νομικές κινήσεις.

Για εξειδικευμένη πληροφόρηση παρακαλούμε καλέστε στο 210-6929555.


Η σύσταση μίας εταιρείας είναι μία κρίσιμη απόφαση που καθορίζει την πορεία της επιχείρησης. Η νομική μορφή της σχετίζεται τόσο με φορολογικά ζητήματα, όσο και με τις σχέσεις των εταίρων.
Εσφαλμένες αποφάσεις κατά το στάδιο της σύστασης, μπορούν να δημιουργήσουν δυσεπίλυτα προβλήματα στο μέλλον.
Είναι λοιπόν κρίσιμο να ληφθεί η σωστή απόφαση για τον εταιρικό τύπο λαμβάνοντας υπόψη την φύση της επιχείρησης, τις ειδικές σχέσεις των εταίρων και το φορολογικό καθεστώς.
Στον παρακάτω πίνακα παρατίθενται τα βασικά στοιχεία σύγκρισης των δύο συνηθέστερων εταιρικών τύπων σε σχέση με την ατομική επιχείρηση.

ΣΥΓΚΡΙΣΗ : ΙΚΕ – ΟΕ – ΑΤΟΜΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ
 ΑΤΟΜΙΚΗΟΕ -ΕΕ ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ – ΕΤΕΡΟΡΡΥΘΜΗΙΚΕ – ΙΚΕ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ
Συντελεστής φορολογίας0 – 10.000€  9 %
10.000 -20.000€ 22%
20.000 – 30.000 28%
30.000 – 40.000 36%
Υπερβάλλον 44%
24 % ανεξαρτήτου ύψους κερδών24 % ανεξαρτήτου ύψους κερδών
Τέλος επιτηδεύματος (Εξαρτάται από τον πληθυσμό της έδρας)650,00 € (Απαλλαγή για τα πρώτα 5 έτη)800,00 – 1000,00 €800,00 – 1000,00 €
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΒΙΒΛΙΩΝ (Απλογραφικά-Διπλογραφικά)Β’ απλογραφικάΒ’ απλογραφικάΓ’ διπλογραφικά
Προκαταβολή φόρου95% (50% τα πρώτα 3 έτη)95% (50% τα πρώτα 3 έτη)95% (50% τα πρώτα 3 έτη)
Φόρος Διανομής ΜερισμάτωνΔεν έχειΔεν έχει5%
Συντελεστής σχηματισμού τακτικού αποθεματικού επί των κερδών μετά φόρωνΔεν έχειΔεν έχει5%. Το ποσοστό των κερδών που θα γίνει διανομή αποφασίζεται από τους εταίρους
Μηνιαία λογιστική υποστήριξη50,00-300,00€70,00-500,00€250,00-1000,00€
Σύνταξη και Δημοσίευση οικονομικών καταστάσεωνΌχιΌχιΕπιβάλλεται
Υποχρέωση απογραφήςΌχιΝαιΝαι
Διοίκηση – Λήψη αποφάσεωνΟ επιχειρηματίαςΟι εταίροιΣυνέλευση των εταίρων
Διάρκεια ΛειτουργίαςΈως το θάνατο του επιχειρηματίαΑορίστου χρόνουΟρισμένου χρόνου (12 έτη εκτός εάν ορίζεται κάτι άλλο στο καταστατικό
Ελάχιστο υποχρεωτικό ΚεφάλαιοΔεν απαιτείται κεφάλαιοΔεν απαιτείται συγκεκριμένο ύψοςΤουλάχιστον ένα (1) ευρώ ή εργασία
Ευθύνη ΕταίρωνΑπεριόριστη – Και με την προσωπική τους περιουσίαΟ ομόρρυθμος με την προσωπική του περιουσία και ο ετερρόρυθμος μέχρι του ποσού της εισφοράς τουΕυθύνη έχει η ΙΚΕ. Οι εταίροι μέχρι το ύψος των εισφορών τους
Υποχρεωτική Ασφάλιση στον ΕΦΚΑΝαιΝαιΜόνο οι διαχειριστές
Εισφορές σε είδος : δυνατότητα λήψης αμοιβής από τον διαχειριστή και να αναγνωρίζεται ως δαπάνηΌχιΌχιΝαι
Χαμηλότερη κατηγορία ασφαλιστικής εισφοράς ΕΦΚΑ            220€, ενώ για τα πρώτα 5 χρόνια είναι 136€220€, ενώ για τα πρώτα 5 χρόνια είναι 136€220€, ενώ για τα πρώτα 5 χρόνια είναι 136€
Ετήσιο Κόστος ΓΕΜΗ30,00 €80,00 €100,00 €
Μεταβολή δραστηριότηταςΕνημέρωση σε ΕΦΚΑ και μητρώο εφορίαςΤροποποίηση καταστατικού και υποβολή σε ΓΕΜΗΤροποποίηση καταστατικού και υποβολή σε ΓΕΜΗ
Φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίου (κατά την αύξηση)Δεν έχει1%1%
Τήρηση και παρακολούθηση ταμείουΌχιΌχιΝαι

Για εξειδικευμένη πληροφόρηση μπορείτε να καλέσετε στο 210 6929555
Η μίσθωση, είτε κατοικίας, είτε επαγγελματικού χώρου, είναι μία από τις συνηθέστερες συμβάσεις της καθημερινότητάς μας.

Παρόλα αυτά πολλές από τις λεπτομέρειες μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο αμφισβητήσεων ή δικαστικής διένεξης και για το λόγο αυτό θα πρέπει να υπάρχει μία σχετική επιμέλεια κατά την αρχική κατάρτιση της μισθωτικής σύμβασης.

Μερικά από τα ζητήματα για τα οποία εγείρονται έριδες μεταξύ των συμβαλλομένων μερών είναι τα ακόλουθα:

  • Η διάρκεια της μίσθωσης και το τι συμβαίνει αν ο μισθωτής αποχωρήσει νωρίτερα
  • Ελαττώματά του μισθίου τα οποία είτε προϋπήρχαν, είτε εμφανίστηκαν κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης. Ποιος έχει υποχρέωση αποκατάστασης και ποια η νομική εξέλιξη της σύμβασης.
  • Ποια η τύχη της εγγύησης σε περίπτωση που ο μισθωτής αποχωρήσει νωρίτερα. Συμψηφίζεται η  εγγύηση;
  • Αν φύγει ο μισθωτής από το ακίνητο, χωρίς να γνωρίζω που έχει μετοικήσει, που μπορώ να επιδίδω δικόγραφα;
  • Οι λογαριασμοί των ΔΕΚΟ περιλαμβάνονται στη μισθωτική υποχρέωση του μισθωτή και μέχρι ποιο χρονικό σημείο; Ποια η ευθύνη του μισθωτή στην περίπτωση που δεν παραδώσει νόμιμα το μίσθιο;
  • Πότε δικαιούται ο μισθωτής να μην καταβάλει μίσθωμα;
  • Πότε δικαιούται ο εκμισθωτής να καταγγείλει τη μίσθωση και να ζητήσει την αποχώρηση του μισθωτή, εκτός από την περίπτωση μη καταβολής των μισθωμάτων.
Για οποιαδήποτε σχετική απορία σας μπορείτε να καλέσετε στο 210 6929555.
Είναι προφανές ότι η πανδημία που έπληξε και την χώρα μας θα έχει δραματικές επιπτώσεις στην οικονομία. Το πιο πιθανό είναι να ζήσουμε καταστάσεις και γεγονότα, σε οικονομικό και νομικό επίπεδο που δεν τα έχουμε αντιμετωπίσει ποτέ ξανά μέχρι σήμερα.
Το ερώτημα όμως που αυτόθροα προκύπτει, είναι το πως θα πρέπει να αντιμετωπιστεί σε νομικό επίπεδο η περίπτωση καλόπιστου συμβαλλομένου, που αδυνατεί λόγω της κατάστασης που διαμορφώθηκε, να ανταποκριθεί σε συγκεκριμένη ή συγκεκριμένες οικονομικές υποχρεώσεις του, η δε αδυναμία του αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στις επιπτώσεις που είχε στην αγορά και ενγένει στην οικονομία, είτε η αναγκαστική λήψη μέτρων από την Πολιτεία, είτε η αποχή από την εργασία και γενικότερα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας προσώπων που είτε νόσησαν, είτε ετέθησαν στην λεγόμενη «καραντίνα»).

Δηλαδή, σε νομικό επίπεδο, η επελθούσα κατάσταση, μπορεί να δικαιολογήσει την αναγνώριση ότι επήλθε απρόοπτη μεταβολή συνθηκών και μάλιστα τέτοια που να δικαιολογεί την ακύρωση ή τη μεταρρύθμιση συμβατικών σχέσεων;
Η δύο βασικές διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου που ρυθμίζουν (κατά τρόπο ιδιαίτερα γενικό) τέτοιες περιπτώσεις είναι αυτές των άρθρων 288 και 388 του Αστικού Κώδικα.
Η γενική ρήτρα του άρθρου 288 ΑΚ, ορίζει οτι ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να εκπληρώσει την παροχή όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, αφορά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων τόσο του οφειλέτη όσο και του δανειστή, που απορρέουν από οποιαδήποτε έγκυρη ενοχική σχέση, όταν δεν προβλέπεται από το νόμο άλλη προστασία των προσώπων αυτών κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους ή δεν συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την τυχόν προβλεπόμενη ειδική προστασία, λειτουργεί δε όχι μόνο ως συμπληρωματική, αλλά και ως διορθωτική ρήτρα των δικαιοπρακτικών βουλήσεων στις περιπτώσεις που εξ αιτίας ειδικών συνθηκών μεταβλήθηκαν οι προϋποθέσεις εκπλήρωσης των συμβατικών παροχών στο συμφωνημένο μέτρο και έγιναν δυσβάστακτες για τον οφειλέτη ή το δανειστή.
​Σύμφωνα δε με το άρθρο 388 ΑΚ: για την Απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών ορίζεται οτι: «Αν τα περιστατικά στα οποία κυρίως, ενόψει της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, τα μέρη στήριξαν τη σύναψη αμφοτεροβαρούς σύμβασης, μεταβλήθηκαν ύστερα, από λόγους που ήταν έκτακτοι και δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, και από τη μεταβολή αυτή η παροχή του οφειλέτη, ενόψει και της αντιπαροχής, έγινε υπέρμετρα επαχθής, το δικαστήριο μπορεί κατά την κρίση του με αίτηση του οφειλέτη να την αναγάγει στο μέτρο που αρμόζει και να αποφασίσει τη λύση της σύμβασης εξολοκλήρου ή κατά το μέρος που δεν εκτελέστηκε ακόμη. Αν αποφασιστεί η λύση της σύμβασης, επέρχεται απόσβεση των υποχρεώσεων παροχής που πηγάζουν απ` αυτήν και οι συμβαλλόμενοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση να αποδώσουν τις παροχές που έλαβαν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.»
​Η εξέταση της απροόπτης μεταβολής των συνθηκών,αναδεικνύει ως κυρίαρχο στοιχείο το αν πληρούται η προϋπόθεση που του τελευταίου όρου εφαρμογής της ΑΚ 388, αν δηλαδή η παροχή «έγινε υπέρμετρα επαχθής»,αφού η μεταβολή των συνθηκών θα πρέπει να είναι τόσο «βίαιη και έντονη» και να διαταράσσει την ισορροπία μεταξύ των συμβαλλομένων με τέτοιο τρόπο ώστε,να προκύπτει ευχερώς ότι αν οφειλέτης γνώριζε τις συνθήκες αυτές, δεν θα προχωρούσε στην κατάρτιση της σύμβασης.
​Όπως εύστοχα έκρινε ο Άρειος Πάγος «απρόοπτη μεταβολή των περιστατικών στα οποία στηρίχθηκαν τα μέρη μπορεί να αποτελέσει και η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Χώρας, όταν είναι έκτακτης φύσεως και τόσο μεγάλη ώστε να υπερβαίνει τις συνήθεις ή λογικά προβλεπόμενες διακυμάνσεις της σταθερότητας και να ανατρέπει τους υπολογισμούς των μερών κατά την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Για να στοιχειοθετηθεί, όμως, περίπτωση εφαρμογής του άρθρου αυτού δεν αρκεί μόνη η εν λόγω επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Χώρας, αλλά θα πρέπει να κριθεί σε σχέση και με τις υπόλοιπες συνθήκες και ιδίως το αναμενόμενο κέρδος από τη σύμβαση, την οικονομική κατάσταση των μερών, την εξυπηρετούμενη ανάγκη αυτών με τη σύμβαση και τις υποχρεώσεις προς τρίτους που εξαρτώνται από τη σύμβαση, έτσι ώστε οι συνέπειες από την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Χώρας να έγιναν δυσβάστακτες για το ένα των συμβαλλόμενων μερών και να υπερβαίνουν τον κίνδυνο που, κατά τις συνηθισμένες συνθήκες, αναλαμβάνει κάθε συμβαλλόμενος, όταν μάλιστα αποφασίζει σύναψη σύμβασης που πρόκειται να εκτελεστεί στο μέλλον».
​Δυστυχώς όμως, τέτοιες αποφάσεις όπως η ανωτέρω αποτελούν μειοψηφία στο νομολογιακό χώρο της ελληνικής Δικαιοσύνης η οποία παραμένει αγκυλωμένη στην αρχή του pacta suntservanda , όπως αποδείχτηκε από τη θέση που πρόσφατα έλαβε σε επίπεδο νομολογίας ο Άρειος Πάγος σχετικά με την καταχρηστικότητα των όρων που είχαν περιληφθεί σε συμβάσεις δανείων σε ελβετικό φράγκο. Αντίστοιχα, παρατηρούμε πληθώρα απορριπτικών αποφάσεων στο χώρο των μισθώσεων, όπου τα δικαστήρια δέχονται ότι ακόμα και αν επήλθε απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών και αν μειώθηκε δραματικά η μισθωτική αξία του εκμισθωμένου ακινήτου, ο μισθωτής δεν έχει δικαίωμα να επικαλεσθεί την προστασία των άρθρων 388 και 288 του ΑΚ, αν έχει καταστεί υπερήμερος ως προς την οφειλή του!
​Στο σημείο αυτό βέβαια πρέπει να επισημάνουμε ότι η επίκληση των επιπτώσεων της κρίσης λόγω της πανδημίας, δεν μπορεί να είναι γενική και αφηρημένη, αλλά θα πρέπει να αποδεικνύει αυτός που την επικαλείται, ότι επέδρασε καταλυτικά σε αυτόν, σε τέτοιο βαθμό που να αναγνωρίζεται ως ιδιαίτερα επαχθής, η εμμονή στην τήρηση των αρχικώς συμφωνηθέντων. Επί παραδείγματι, δεν είναι βάσιμη η αιτίαση λ.χ μίας εταιρείας που εμπορεύεται μεταξύ των άλλων και ήδη προσωπικής υγιεινής και είδε να αυξάνονται τα κέρδη της, ότι δεν μπορεί να πληρώνει τις δόσεις του επιχειρηματικού της δανείου εξαιτίας της επέλευσης κορονοϊού.
​Θα πρέπει λοιπόν το σύστημα απονομής δικαιοσύνης να προχωρήσει σε τολμηρότερες παραδοχές, -πάντα κατά περίπτωση-, έτσι ώστε να διαφυλάξει την βασική αρχή της μη καταχρηστικής διεκδίκησης αξιώσεων. Στην αντίθετη περίπτωση, δηλαδή στην τυφλή εμμονή περί εκπλήρωσης των υποχρεώσεων όπως αρχικά είχαν συμφωνηθεί, θα έχουμε το αποτέλεσμα, καλόπιστοι συναλλασσόμενοι οδηγούνται στην οικονομική εξουθένωση για λόγους που δεν μπορούν να αποδοθούν σε αμέλεια τους.
​Βεβαίως, παρίσταται αναγκαία στην κρινόμενη περίπτωση, η ανάληψη νομοθετικών πρωτοβουλιών από πλευράς Πολιτείας που να ισοσκελίζει κατά τρόπο δεσμευτικό της αξίωση του δανειστή, με την ανάγκη προστασίας του πραγματικού θύματος των συνεπειών που είχε στην οικονομία τη κρίση λόγω του ιού. Δηλαδή, θα πρέπει να αναληφθούν, ιδίως στο πεδίο των τραπεζικών δανειακών συμβάσεων και του ΦΠΑ, δράσεις γενναίων θετικών παρεμβάσεων υπέρ των οφειλετών, ιδιωτών και επιχειρήσεων, που αποδεδειγμένα βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν μία πρωτόγνωρη κατάσταση, που ακόμα και με την επίκληση κάθε κανόνα ακραίας επιμέλειας, δεν θα μπορούσαν να έχουν προβλέψει.
Εμπορικό σήμα σημαίνει σήμα το οποίο αποτελείται από σημεία που μπορούν να παραστούν γραφικά. Μπορεί να περιλαμβάνει λέξεις, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος προσώπου, εικόνες, γράμματα, αριθμούς, το σχήμα του εμπορεύματος ή της συσκευασίας του ή οποιοδήποτε συνδυασμό αυτών, που μπορούν από τη φύση της να διακρίνουν τα εμπορεύματα ή της υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα αντίστοιχα άλλων επιχειρήσεων, εφόσον το σήμα αυτό χρησιμοποιείται ή έχει σκοπό να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς τέτοιας διάκρισης.
Οι κατηγορίες των Εμπορικών Σημάτων
Λεκτικό: Τα Εμπορικά Σήματα λεκτικού τύπου περιέχουν λέξεις ή/ και γράμματα σε σταθερούς χαρακτήρες.
Απεικόνιση: Τα Εμπορικά Σήματα τύπου απεικόνισης περιέχουν εικόνες ή/ και γραφικά. Δεν περιέχουν λέξεις ή/ και γράμματα.
Συνδυασμένο (Λεκτικό με απεικόνιση): Τα εμπορικά σήματα τύπου «συνδυασμένου», περιέχουν λέξεις ή/ και γράμματα σε συνδυασμό με εικόνες ή/ και γραφικά ακόμη και εικόνες ή/ και γραφικά που εμπεριέχουν λέξεις ή/ και γράμματα. Εμπορικά Σήματα τύπου συνδυασμένου θεωρούνται επίσης τα σήματα που περιέχουν μη λατινικούς χαρακτήρες και γράμματα με ειδικούς τρόπους γραφής.
Τρισδιάστατο: Τα εμπορικά Σήματα τύπου «τρισδιάστατου» περιλαμβάνουν τουλάχιστον τρεις όψεις του Εμπορικού Σήματος.

Τι δεν μπορεί να εγγραφεί ως Εμπορικό Σήμα;
Δηλαδή ένα Εμπορικό Σήμα δεν μπορεί να εγγραφεί εάν:
Στερείται διακριτικού χαρακτήρα.
Αποτελείται αποκλειστικά από σημεία που υποδηλώνουν το είδος, την ποιότητα, την ποσότητα, τον προορισμό, την αξία, τη γεωγραφική προέλευση ή το χρόνο παραγωγής του εμπορεύματος.
Μπορεί να παραπλανήσει το κοινό ως της τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση του εμπορεύματος ή της υπηρεσίας
Περιλαμβάνει σημείο μεγάλης συμβολικής σημασίας και ιδίως θρησκευτικό σύμβολο.
Αντίκειται στη δημόσια τάξη, ή τα χρηστά ήθη
Είναι πανομοιότυπο, ή παρόμοιο με προγενέστερο καταχωρημένο Εμπορικό Σήμα, στο εθνικό, κοινοτικό, ή διεθνές μητρώο, αναφορικά με πανομοιότυπα, ή παρόμοια εμπορεύματα ή υπηρεσίες.
Πώς να προστατέψετε το Εμπορικό σας Σήμα
Ο καλύτερος τρόπος για να προστατέψετε ένα εμπορικό σήμα είναι με τη κατοχύρωση του. Μέσω της κατοχύρωσής του μπορείτε να προστατεύσετε το εμπορικό σας σήμα από τη χρήση και εκμετάλλευσή του από τρίτα πρόσωπα καθώς αποκτάτε το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης του εμπορικού σήματος σε σχέση με τα αγαθά και τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει εγγραφεί. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση που κάποιος τρίτος χρησιμοποιήσει το σήμα σας για να διαφημίσει τα δικά του προϊόντα και/ή υπηρεσίες ή χρησιμοποιήσει το σήμα σας με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, μπορείτε να κινηθείτε νομικά εναντίον του για παραβίαση κατά του εμπορικού σας σήματος.

Κλάσεις εμπορικού σήματος
Η ταξινόμηση της Νίκαιας είναι ένα σύστημα ταξινόμησης προϊόντων και υπηρεσιών για αιτήσεις σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). που αποτελείται από 45 κλάσεις.
Στις κλάσεις 1 έως 34 της ταξινόμησης της Νίκαιας περιλαμβάνονται τα προϊόντα και στις κλάσεις 35 έως 45 οι υπηρεσίες. Κάθε κλάση αντιπροσωπεύεται από μια επικεφαλίδα κλάσης, η οποία παρέχει γενικές πληροφορίες για τον τύπο των προϊόντων ή των υπηρεσιών που καλύπτει. Για παράδειγμα, στην επικεφαλίδα της κλάσης 25 περιλαμβάνονται «Ενδύματα, υποδήματα, είδη πιλοποιίας» και στην επικεφαλίδα της κλάσης 15 «Μουσικά όργανα».
Κάθε κλάση περιέχει ένα σύνολο όρων που επιτρέπουν τον καλύτερο προσδιορισμό των προϊόντων ή των υπηρεσιών που πρόκειται να προστατευτούν.
Η Διαδικασία κατοχύρωσης ενός εμπορικού σήματος, απαιτεί το σήμα αυτό να διακρίνει προϊόντα ή υπηρεσίες σε μία ή περισσότερες από κλάσεις, τις οποίες μπορείτε να δείτε εδώ.

Για εξειδικευμένη πληροφόρηση παρακαλούμε καλέστε στο 210 6929555
Η οικονομική κρίση που έπληξε και την Ελλάδα, είχε ως ένα από τα αποτελέσματα της την αύξηση των ιδιωτικών χρεών, είτε αυτά αναφέρονταν σε εμπορικές απαιτήσεις, είτε σε διαπροσωπικές συναλλαγές.
Αναμφισβήτητα, ο μεγαλύτερος όγκος αφορά αξιώσεις μεταξύ επιχειρηματιών.
Η διαδικασία είσπραξης μίας εμπορικής απαίτησης, παρά το γεγονός ότι εμφανίζεται ως μία διαδικαστικά απλή υπόθεση, εντούτοις αναφύονται μια σειρά από προβλήματα, που έχουν ως αποτέλεσμα την χρονική παρέλκυση της όλης διαδικασίας.
Χαρακτηριστικά αναφέρονται μερικά από τα ερωτήματα που συχνά τίθενται:
  • Ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο για να εκδώσω διαταγή πληρωμής κατά οφειλέτη μου;
  • Τα τιμολόγια με τα οποία του παρέδωσα τα εμπορεύματα δεν έχουν υπογραφή παραλαβής.
  • Τι κάνω αν οφειλέτης πούλησε την επιχείρηση;
  • Ο οφειλέτης αμφισβητεί το ύψος της οφειλής και μάλιστα μου έστειλε εξώδικο.
  • Ο οφειλέτης πτώχευσε.
  • Ο οφειλέτης μου έδωσε μία επιταγή τρίτου η οποία δεν πληρώθηκε. Τι πρέπει να κάνω;
Η διαδικασία είσπραξης μίας εμπορικής απαίτησης, απαιτεί εξειδικευμένη γνώση, ταχύτητα, οργάνωση και ευελιξία. Απαιτεί συνεργασία του νομικού συμβούλου με λογιστές, δικαστικούς επιμελητές και συμβολαιογράφους. Απαιτεί ο δικηγόρος να είναι ενημερωμένος για τις εξελίξεις της νομολογίας και να διαθέτει επαρκή υποδομή για να υποστηρίξει τον εντολέα του.

Για εξειδικευμένες απαντήσεις στα ερωτήματα σας παρακαλούμε καλέστε στο 210 6929555.
Εμπορικό σήμα σημαίνει σήμα το οποίο αποτελείται από σημεία που μπορούν να παραστούν γραφικά. Μπορεί να περιλαμβάνει λέξεις, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος προσώπου, εικόνες, γράμματα, αριθμούς, το σχήμα του εμπορεύματος ή της συσκευασίας του ή οποιοδήποτε συνδυασμό αυτών, που μπορούν από τη φύση της να διακρίνουν τα εμπορεύματα ή της υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα αντίστοιχα άλλων επιχειρήσεων, εφόσον το σήμα αυτό χρησιμοποιείται ή έχει σκοπό να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς τέτοιας διάκρισης.

Οι κατηγορίες των Εμπορικών Σημάτων
Λεκτικό: Τα Εμπορικά Σήματα λεκτικού τύπου περιέχουν λέξεις ή/ και γράμματα σε σταθερούς χαρακτήρες.

Απεικόνιση: Τα Εμπορικά Σήματα τύπου απεικόνισης περιέχουν εικόνες ή/ και γραφικά. Δεν περιέχουν λέξεις ή/ και γράμματα.
Συνδυασμένο (Λεκτικό με απεικόνιση): Τα εμπορικά σήματα τύπου «συνδυασμένου», περιέχουν λέξεις ή/ και γράμματα σε συνδυασμό με εικόνες ή/ και γραφικά ακόμη και εικόνες ή/ και γραφικά που εμπεριέχουν λέξεις ή/ και γράμματα. Εμπορικά Σήματα τύπου συνδυασμένου θεωρούνται επίσης τα σήματα που περιέχουν μη λατινικούς χαρακτήρες και γράμματα με ειδικούς τρόπους γραφής.

Τρισδιάστατο: Τα εμπορικά Σήματα τύπου «τρισδιάστατου» περιλαμβάνουν τουλάχιστον τρεις όψεις του Εμπορικού Σήματος.

Τι δεν μπορεί να εγγραφεί ως Εμπορικό Σήμα;
Δηλαδή ένα Εμπορικό Σήμα δεν μπορεί να εγγραφεί εάν:
  • Στερείται διακριτικού χαρακτήρα.
  • Αποτελείται αποκλειστικά από σημεία που υποδηλώνουν το είδος, την ποιότητα, την ποσότητα, τον προορισμό, την αξία, τη γεωγραφική προέλευση ή το χρόνο παραγωγής του εμπορεύματος.
  • Μπορεί να παραπλανήσει το κοινό ως της τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση του εμπορεύματος ή της υπηρεσίας
  • Περιλαμβάνει σημείο μεγάλης συμβολικής σημασίας και ιδίως θρησκευτικό σύμβολο.
  • Αντίκειται στη δημόσια τάξη, ή τα χρηστά ήθη
  • Είναι πανομοιότυπο, ή παρόμοιο με προγενέστερο καταχωρημένο Εμπορικό Σήμα, στο εθνικό, κοινοτικό, ή διεθνές μητρώο, αναφορικά με πανομοιότυπα, ή παρόμοια εμπορεύματα ή υπηρεσίες.

Πώς να προστατέψετε το Εμπορικό σας Σήμα

Ο καλύτερος τρόπος για να προστατέψετε ένα εμπορικό σήμα είναι με τη κατοχύρωση του. Μέσω της κατοχύρωσής του μπορείτε να προστατεύσετε το εμπορικό σας σήμα από τη χρήση και εκμετάλλευσή του από τρίτα πρόσωπα καθώς αποκτάτε το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης του εμπορικού σήματος σε σχέση με τα αγαθά και τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει εγγραφεί. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση που κάποιος τρίτος χρησιμοποιήσει το σήμα σας για να διαφημίσει τα δικά του προϊόντα και/ή υπηρεσίες ή χρησιμοποιήσει το σήμα σας με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, μπορείτε να κινηθείτε νομικά εναντίον του για παραβίαση κατά του εμπορικού σας σήματος.

Κλάσεις εμπορικού σήματος

Η ταξινόμηση της Νίκαιας είναι ένα σύστημα ταξινόμησης προϊόντων και υπηρεσιών για αιτήσεις σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). που αποτελείται από 45 κλάσεις.

Στις κλάσεις 1 έως 34 της ταξινόμησης της Νίκαιας περιλαμβάνονται τα προϊόντα και στις κλάσεις 35 έως 45 οι υπηρεσίες. Κάθε κλάση αντιπροσωπεύεται από μια επικεφαλίδα κλάσης, η οποία παρέχει γενικές πληροφορίες για τον τύπο των προϊόντων ή των υπηρεσιών που καλύπτει. Για παράδειγμα, στην επικεφαλίδα της κλάσης 25 περιλαμβάνονται «Ενδύματα, υποδήματα, είδη πιλοποιίας» και στην επικεφαλίδα της κλάσης 15 «Μουσικά όργανα».

Κάθε κλάση περιέχει ένα σύνολο όρων που επιτρέπουν τον καλύτερο προσδιορισμό των προϊόντων ή των υπηρεσιών που πρόκειται να προστατευτούν.

Η διαδικασία κατοχύρωσης ενός εμπορικού σήματος, απαιτεί το σήμα αυτό να διακρίνει προϊόντα ή υπηρεσίες σε μία ή περισσότερες από κλάσεις, τις οποίες μπορείτε να δείτε εδώ.

Για εξειδικευμένη πληροφόρηση παρακαλούμε καλέστε στο 210 6929555
Η ραγδαία ανάπτυξη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έφερε στην επιφάνεια το ζήτημα της προστασίας της προσωπικότητας από προσβολές αυτής, μέσω δημοσιευμάτων στα μέσα αυτά. Η ταχύτητα διάδοσης των ειδήσεων στα σύγχρονα αυτά δίκτυα, καθιστά τις βλάβες που προκαλούνται στην προσωπική και επαγγελματική ζωή των θυμάτων από ψευδείς, υβριστικές ή ακόμα και συκοφαντικές διαδόσεις, ιδιαίτερα επαχθείς.

Το δίκαιο μας παρέχει τη δυνατότητα, αποκατάστασης της ηθικής βλάβης του θύματος μέσω της καταβολής αποζημίωσης.

Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να ζητήσει την άρση της προσβολής και τη μη επανάληψή της στο μέλλον. Αξίωση αποζημίωσης, κατά τις περί αδικοπραξιών διατάξεις (άρθρα 914επ. ΑΚ), δεν αποκλείεται, ύστερα από αίτηση του προσβληθέντος, όπως και της ικανοποίησης της ηθικής βλάβης, δοθέντος ότι ο σεβασμός της αξίας του ανθρώπου, περιεχόμενο του οποίου αποτελεί και η προστασία της προσωπικότητάς του, προστατεύεται και από το ίδιο το Σύνταγμα (άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ.1 και 2).

Προσβολή προσωπικότητας συνιστούν πράξεις, που περιέχουν ονειδισμό ή αμφισβήτηση της προσωπικής και επαγγελματικής προσωπικότητάς του, ακόμα και αν αυτές τον καθιστούν απλά ύποπτο, ότι μετέρχεται ανέντιμες μεθόδους κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του ή άλλων.

Προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων, η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου, είναι δε τιμή η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την ηθική αξία που έχει λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, ενώ υπόληψη είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την κοινωνική του αξία συνέπεια των ιδιοτήτων και εκπλήρωση των ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματος του.

Ο νόμος καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος, μόνο ως προς την αξίωση άρσης της προσβολής και παράλειψής της στο μέλλον, ενώ για την αξίωση χρηματικής, λόγω ηθικής βλάβης, ικανοποίησης, απαιτεί και το στοιχείο της υπαιτιότητας (ΟλΑΠ 812/1980, ΑΠ 265/2015, ΑΠ 1599/2000, ΑΠ 1735/2009 ΤΝΠ Νόμος).

Προϋποθέσεις, για την προστασία της προσωπικότητας με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων είναι: α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου, που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής, β) η προσβολή να είναι παράνομη, που συμβαίνει όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο όμως είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης είτε ασκείται καταχρηστικά κατά την έννοια των άρθρων 281 ΑΚ και 25 § 3. του Συντάγματος και γ) πταίσμα του προσβολέα, όταν πρόκειται ειδικότερα για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης εξ αιτίας της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας (ΟλΑΠ 2/2008, ΑΠ 1599/2000, 333/2010, 355/2010, 1007/2010 ΤΝΠ Νόμος). Στην περίπτωση αυτή η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας συνιστά ασφαλώς ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας (ΑΠ 167/2000 ΤΝΠ Νόμος), οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 914, 919, 920 και 932 ΑΚ, ιδίως για την αποκατάσταση της τυχόν υλικής ζημίας του προσβληθέντος (άρθρο 57 § 2 ΑΚ), ενώ αδιάφορη για το χαρακτήρα της προσβολής ως παράνομης είναι η φύση της διάταξης που ενδέχεται με την προσβολή να παραβιάζεται και η οποία έτσι μπορεί να ανήκει σε οποιοδήποτε κλάδο ή τμήμα του δικαίου.

Προσβολή προσωπικότητας με αδικοπραξία πραγματώνεται και με το έγκλημα της προβλεπόμενης από το άρθρο 229 παρ.1 ΠΚ αξιόποινης πράξης της ψευδούς καταμηνύσεως, για την στοιχειοθέτηση της οποίας απαιτείται η πράξη που αποδίδεται σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα να είναι αξιόποινη ή πειθαρχικώς κολάσιμη και ψευδής, ο υπαίτιος να γνώριζε την αναλήθεια και να απέβλεπε με αυτή την κίνηση ποινικής ή πειθαρχικής διώξεως εναντίον εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία του αναληθώς εγκαλούντος.

Επίσης, η προσβολή της προσωπικότητας μπορεί να προέλθει και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως εξύβριση, απλή δυσφήμηση ή συκοφαντική δυσφήμηση, που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 361, 362 και 363 ΠΚ.

Ως ισχυρισμός θεωρείται η ανακοίνωση, που προέρχεται ή από ίδια πεποίθηση ή γνώμη ή από μετάδοση από τρίτο πρόσωπο. Αντίθετα διάδοση υφίσταται, όταν λαμβάνει χώρα μετάδοση της από άλλον γενομένης ανακοίνωσης. Ο ισχυρισμός ή η διάδοση επιβάλλεται να γίνεται ενώπιον τρίτου. Αυτό το οποίο αξιολογείται είναι το γεγονός, δηλαδή οποιοδήποτε συμβάν του εξωτερικού κόσμου, αναγόμενο στο παρόν ή παρελθόν, υποπίπτον στις αισθήσεις και δυνάμενο να αποδειχθεί, αντίκειται δε προς την ηθική και ευπρέπεια, συνιστά δε ισχυρισμό του γεγονότος κάθε σχετική με αυτό ανακοίνωση, που βασίζεται είτε σε προσωπική αντίληψη ή γνώμη είτε σε υιοθέτηση της γνώμης άλλου.

Αντίθετα διάδοση γεγονότος συνιστά η περαιτέρω απλή μετάδοση της σχετικής ανακοίνωσης που έγινε από άλλον. Αντικείμενο προσβολής είναι η τιμή και η υπόληψη του φυσικού προσώπου.

Ο νόμος θεωρεί ως προστατευόμενο αγαθό την τιμή ή την υπόληψη του προσώπου, το οποίο είναι μέλος μιας οργανωμένης κοινωνίας και κινείται στα πλαίσια της συναλλακτικής ευθύτητας. Η τιμή του προσώπου θεμελιώνεται επί της ηθικής αξίας, η οποία πηγή έχει την ατομικότητα και εκδηλώνεται με πράξεις ή παραλείψεις. Δεν αποκλείεται στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσης ακόμη δε και χαρακτηρισμός, οσάκις αμέσως ή εμμέσως υποκρύπτονται συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή, μόνον όταν συνδέονται και σχετίζονται με το γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικώς να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική του βαρύτητα, άλλως μπορεί να αποτελούν εξύβριση κατά την ΠΚ 361 (ΑΠ 753/2011, ΕφΠατρ 335/2017 ΤΝΠ Νόμος).

Λόγοι άρσης  του  αδίκου 
Κατά το άρθρο 367 § 1 περ. α’ - δ’ ΠΚ του Νέου  Ποινικού Κώδικα, δεν αποτελούν άδικες πράξεις α) οι δυσμενείς κρίσεις για επιστημονικές, καλλιτεχνικές ή επαγγελματικές εργασίες, β) οι δυσμενείς εκφράσεις που περιέχονται σε έγγραφο δημόσιας αρχής για αντικείμενα που ανάγονται στον κύκλο της υπηρεσίας της, γ) οι εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον και δ) σε ανάλογες περιπτώσεις. Ωστόσο, κατά την παράγραφο § 2 του ίδιου άρθρου, η πρώτη παράγραφος δεν εφαρμόζεται α) όταν οι παραπάνω κρίσεις και εκδηλώσεις περιέχουν τα συστατικά στοιχεία της πράξης του άρθρου 363 και β) αν από τον τρόπο που πραγματοποιήθηκε ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέστηκε ή δυσφήμηση προκύπτει σκοπός εξύβρισης.
Η οικονομική κρίση που έπληξε και την Ελλάδα, είχε ως ένα από τα αποτελέσματα της την αύξηση των ιδιωτικών χρεών, είτε αυτά αναφέρονταν σε εμπορικές απαιτήσεις, είτε σε διαπροσωπικές συναλλαγές.

Αναμφισβήτητα, ο μεγαλύτερος όγκος αφορά αξιώσεις μεταξύ επιχειρηματιών.

Η διαδικασία είσπραξης μίας εμπορικής απαίτησης, παρά το γεγονός ότι εμφανίζεται ως μία διαδικαστικά απλή υπόθεση, εντούτοις αναφύονται μια σειρά από προβλήματα, που έχουν ως αποτέλεσμα την χρονική παρέλκυση της όλης διαδικασίας.

Χαρακτηριστικά αναφέρονται μερικά από τα ερωτήματα που συχνά τίθενται:
  • Ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο για να εκδώσω διαταγή πληρωμής κατά οφειλέτη μου;
  • Τα τιμολόγια με τα οποία του παρέδωσα τα εμπορεύματα δεν έχουν υπογραφή παραλαβής.
  • Τι κάνω αν οφειλέτης πούλησε την επιχείρηση;
  • Ο οφειλέτης αμφισβητεί το ύψος της οφειλής και μάλιστα μου έστειλε εξώδικο.
  • Ο οφειλέτης πτώχευσε.
  • Ο οφειλέτης μου έδωσε μία επιταγή τρίτου η οποία δεν πληρώθηκε. Τι πρέπει να κάνω;
Η διαδικασία είσπραξης μίας εμπορικής απαίτησης, απαιτεί εξειδικευμένη γνώση, ταχύτητα, οργάνωση και ευελιξία. Απαιτεί συνεργασία του νομικού συμβούλου με λογιστές, δικαστικούς επιμελητές και συμβολαιογράφους. Απαιτεί ο δικηγόρος να είναι ενημερωμένος για τις εξελίξεις της νομολογίας και να διαθέτει επαρκή υποδομή για να υποστηρίξει τον εντολέα του.

Για εξειδικευμένες απαντήσεις στα ερωτήματα σας παρακαλούμε καλέστε στο 210 6929555.
Η μίσθωση, είτε κατοικίας, είτε επαγγελματικού χώρου, είναι μία από τις συνηθέστερες συμβάσεις της καθημερινότητάς μας.

Παρόλα αυτά πολλές από τις λεπτομέρειες μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο αμφισβητήσεων ή δικαστικής διένεξης και για το λόγο αυτό θα πρέπει να υπάρχει μία σχετική επιμέλεια κατά την αρχική κατάρτιση της μισθωτικής σύμβασης.

Μερικά από τα ζητήματα για τα οποία εγείρονται έριδες μεταξύ των συμβαλλομένων μερών είναι τα ακόλουθα:

  • Η διάρκεια της μίσθωσης και το τι συμβαίνει αν ο μισθωτής αποχωρήσει νωρίτερα
  • Ελαττώματά του μισθίου τα οποία είτε προϋπήρχαν, είτε εμφανίστηκαν κατά τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης. Ποιος έχει υποχρέωση αποκατάστασης και ποια η νομική εξέλιξη της σύμβασης.
  • Ποια η τύχη της εγγύησης σε περίπτωση που ο μισθωτής αποχωρήσει νωρίτερα. Συμψηφίζεται η  εγγύηση;
  • Αν φύγει ο μισθωτής από το ακίνητο, χωρίς να γνωρίζω που έχει μετοικήσει, που μπορώ να επιδίδω δικόγραφα;
  • Οι λογαριασμοί των ΔΕΚΟ περιλαμβάνονται στη μισθωτική υποχρέωση του μισθωτή και μέχρι ποιο χρονικό σημείο; Ποια η ευθύνη του μισθωτή στην περίπτωση που δεν παραδώσει νόμιμα το μίσθιο;
  • Πότε δικαιούται ο μισθωτής να μην καταβάλει μίσθωμα;
  • Πότε δικαιούται ο εκμισθωτής να καταγγείλει τη μίσθωση και να ζητήσει την αποχώρηση του μισθωτή, εκτός από την περίπτωση μη καταβολής των μισθωμάτων.
Για οποιαδήποτε σχετική απορία σας μπορείτε να καλέσετε στο 210 6929555.
Είναι προφανές ότι η πανδημία που έπληξε και την χώρα μας θα έχει δραματικές επιπτώσεις στην οικονομία. Το πιο πιθανό είναι να ζήσουμε καταστάσεις και γεγονότα, σε οικονομικό και νομικό επίπεδο που δεν τα έχουμε αντιμετωπίσει ποτέ ξανά μέχρι σήμερα.
Το ερώτημα όμως που αυτόθροα προκύπτει, είναι το πως θα πρέπει να αντιμετωπιστεί σε νομικό επίπεδο η περίπτωση καλόπιστου συμβαλλομένου, που αδυνατεί λόγω της κατάστασης που διαμορφώθηκε, να ανταποκριθεί σε συγκεκριμένη ή συγκεκριμένες οικονομικές υποχρεώσεις του, η δε αδυναμία του αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο στις επιπτώσεις που είχε στην αγορά και ενγένει στην οικονομία, είτε η αναγκαστική λήψη μέτρων από την Πολιτεία, είτε η αποχή από την εργασία και γενικότερα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας προσώπων που είτε νόσησαν, είτε ετέθησαν στην λεγόμενη «καραντίνα»).

Δηλαδή, σε νομικό επίπεδο, η επελθούσα κατάσταση, μπορεί να δικαιολογήσει την αναγνώριση ότι επήλθε απρόοπτη μεταβολή συνθηκών και μάλιστα τέτοια που να δικαιολογεί την ακύρωση ή τη μεταρρύθμιση συμβατικών σχέσεων;
Η δύο βασικές διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου που ρυθμίζουν (κατά τρόπο ιδιαίτερα γενικό) τέτοιες περιπτώσεις είναι αυτές των άρθρων 288 και 388 του Αστικού Κώδικα.
Η γενική ρήτρα του άρθρου 288 ΑΚ, ορίζει οτι ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να εκπληρώσει την παροχή όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, αφορά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων τόσο του οφειλέτη όσο και του δανειστή, που απορρέουν από οποιαδήποτε έγκυρη ενοχική σχέση, όταν δεν προβλέπεται από το νόμο άλλη προστασία των προσώπων αυτών κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους ή δεν συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την τυχόν προβλεπόμενη ειδική προστασία, λειτουργεί δε όχι μόνο ως συμπληρωματική, αλλά και ως διορθωτική ρήτρα των δικαιοπρακτικών βουλήσεων στις περιπτώσεις που εξ αιτίας ειδικών συνθηκών μεταβλήθηκαν οι προϋποθέσεις εκπλήρωσης των συμβατικών παροχών στο συμφωνημένο μέτρο και έγιναν δυσβάστακτες για τον οφειλέτη ή το δανειστή.
​Σύμφωνα δε με το άρθρο 388 ΑΚ: για την Απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών ορίζεται οτι: «Αν τα περιστατικά στα οποία κυρίως, ενόψει της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, τα μέρη στήριξαν τη σύναψη αμφοτεροβαρούς σύμβασης, μεταβλήθηκαν ύστερα, από λόγους που ήταν έκτακτοι και δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, και από τη μεταβολή αυτή η παροχή του οφειλέτη, ενόψει και της αντιπαροχής, έγινε υπέρμετρα επαχθής, το δικαστήριο μπορεί κατά την κρίση του με αίτηση του οφειλέτη να την αναγάγει στο μέτρο που αρμόζει και να αποφασίσει τη λύση της σύμβασης εξολοκλήρου ή κατά το μέρος που δεν εκτελέστηκε ακόμη. Αν αποφασιστεί η λύση της σύμβασης, επέρχεται απόσβεση των υποχρεώσεων παροχής που πηγάζουν απ` αυτήν και οι συμβαλλόμενοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση να αποδώσουν τις παροχές που έλαβαν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.»
​Η εξέταση της απροόπτης μεταβολής των συνθηκών,αναδεικνύει ως κυρίαρχο στοιχείο το αν πληρούται η προϋπόθεση που του τελευταίου όρου εφαρμογής της ΑΚ 388, αν δηλαδή η παροχή «έγινε υπέρμετρα επαχθής»,αφού η μεταβολή των συνθηκών θα πρέπει να είναι τόσο «βίαιη και έντονη» και να διαταράσσει την ισορροπία μεταξύ των συμβαλλομένων με τέτοιο τρόπο ώστε,να προκύπτει ευχερώς ότι αν οφειλέτης γνώριζε τις συνθήκες αυτές, δεν θα προχωρούσε στην κατάρτιση της σύμβασης.
​Όπως εύστοχα έκρινε ο Άρειος Πάγος «απρόοπτη μεταβολή των περιστατικών στα οποία στηρίχθηκαν τα μέρη μπορεί να αποτελέσει και η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Χώρας, όταν είναι έκτακτης φύσεως και τόσο μεγάλη ώστε να υπερβαίνει τις συνήθεις ή λογικά προβλεπόμενες διακυμάνσεις της σταθερότητας και να ανατρέπει τους υπολογισμούς των μερών κατά την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Για να στοιχειοθετηθεί, όμως, περίπτωση εφαρμογής του άρθρου αυτού δεν αρκεί μόνη η εν λόγω επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Χώρας, αλλά θα πρέπει να κριθεί σε σχέση και με τις υπόλοιπες συνθήκες και ιδίως το αναμενόμενο κέρδος από τη σύμβαση, την οικονομική κατάσταση των μερών, την εξυπηρετούμενη ανάγκη αυτών με τη σύμβαση και τις υποχρεώσεις προς τρίτους που εξαρτώνται από τη σύμβαση, έτσι ώστε οι συνέπειες από την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Χώρας να έγιναν δυσβάστακτες για το ένα των συμβαλλόμενων μερών και να υπερβαίνουν τον κίνδυνο που, κατά τις συνηθισμένες συνθήκες, αναλαμβάνει κάθε συμβαλλόμενος, όταν μάλιστα αποφασίζει σύναψη σύμβασης που πρόκειται να εκτελεστεί στο μέλλον».
​Δυστυχώς όμως, τέτοιες αποφάσεις όπως η ανωτέρω αποτελούν μειοψηφία στο νομολογιακό χώρο της ελληνικής Δικαιοσύνης η οποία παραμένει αγκυλωμένη στην αρχή του pacta suntservanda , όπως αποδείχτηκε από τη θέση που πρόσφατα έλαβε σε επίπεδο νομολογίας ο Άρειος Πάγος σχετικά με την καταχρηστικότητα των όρων που είχαν περιληφθεί σε συμβάσεις δανείων σε ελβετικό φράγκο. Αντίστοιχα, παρατηρούμε πληθώρα απορριπτικών αποφάσεων στο χώρο των μισθώσεων, όπου τα δικαστήρια δέχονται ότι ακόμα και αν επήλθε απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών και αν μειώθηκε δραματικά η μισθωτική αξία του εκμισθωμένου ακινήτου, ο μισθωτής δεν έχει δικαίωμα να επικαλεσθεί την προστασία των άρθρων 388 και 288 του ΑΚ, αν έχει καταστεί υπερήμερος ως προς την οφειλή του!
​Στο σημείο αυτό βέβαια πρέπει να επισημάνουμε ότι η επίκληση των επιπτώσεων της κρίσης λόγω της πανδημίας, δεν μπορεί να είναι γενική και αφηρημένη, αλλά θα πρέπει να αποδεικνύει αυτός που την επικαλείται, ότι επέδρασε καταλυτικά σε αυτόν, σε τέτοιο βαθμό που να αναγνωρίζεται ως ιδιαίτερα επαχθής, η εμμονή στην τήρηση των αρχικώς συμφωνηθέντων. Επί παραδείγματι, δεν είναι βάσιμη η αιτίαση λ.χ μίας εταιρείας που εμπορεύεται μεταξύ των άλλων και ήδη προσωπικής υγιεινής και είδε να αυξάνονται τα κέρδη της, ότι δεν μπορεί να πληρώνει τις δόσεις του επιχειρηματικού της δανείου εξαιτίας της επέλευσης κορονοϊού.
​Θα πρέπει λοιπόν το σύστημα απονομής δικαιοσύνης να προχωρήσει σε τολμηρότερες παραδοχές, -πάντα κατά περίπτωση-, έτσι ώστε να διαφυλάξει την βασική αρχή της μη καταχρηστικής διεκδίκησης αξιώσεων. Στην αντίθετη περίπτωση, δηλαδή στην τυφλή εμμονή περί εκπλήρωσης των υποχρεώσεων όπως αρχικά είχαν συμφωνηθεί, θα έχουμε το αποτέλεσμα, καλόπιστοι συναλλασσόμενοι οδηγούνται στην οικονομική εξουθένωση για λόγους που δεν μπορούν να αποδοθούν σε αμέλεια τους.
​Βεβαίως, παρίσταται αναγκαία στην κρινόμενη περίπτωση, η ανάληψη νομοθετικών πρωτοβουλιών από πλευράς Πολιτείας που να ισοσκελίζει κατά τρόπο δεσμευτικό της αξίωση του δανειστή, με την ανάγκη προστασίας του πραγματικού θύματος των συνεπειών που είχε στην οικονομία τη κρίση λόγω του ιού. Δηλαδή, θα πρέπει να αναληφθούν, ιδίως στο πεδίο των τραπεζικών δανειακών συμβάσεων και του ΦΠΑ, δράσεις γενναίων θετικών παρεμβάσεων υπέρ των οφειλετών, ιδιωτών και επιχειρήσεων, που αποδεδειγμένα βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν μία πρωτόγνωρη κατάσταση, που ακόμα και με την επίκληση κάθε κανόνα ακραίας επιμέλειας, δεν θα μπορούσαν να έχουν προβλέψει.